Σε μια περίοδο που το πρόβλημα της ενεργειακής φτώχειας εξαπλώνεται σε όλο και περισσότερα νοικοκυριά, ανακοινώνεται για άλλη μια φορά νέα αύξηση στους λογαριασμούς της ΔΕΗ.
Κάτι που μόνο νέο δεν μπορεί να θεωρηθεί, αφού από το 2007 (πολύ πριν
το μνημόνιο) οι συνολικές αυξήσεις της ΔΕΗ ξεπερνούν τις 20! Γιατί όμως
αυξάνεται τόσο συχνά η τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας, όταν το κόστος
παραγωγής της φαινομενικά παραμένει ίδιο; Ποιος φταίει για αυτό και
ποιές είναι οι βαθύτερες αιτίες που δεν έχουμε ενεργειακές υπηρεσίες
υψηλής ποιότητας σε ανταγωνιστικές τιμές;
Ο… ‘πραγματικός’ λογαριασμός της ΔΕΗ [κάντε ‘κλικ’]
1. Το πραγματικό κόστος της ρύπανσης
Από φέτος η ΔΕΗ θα πρέπει να πληρώνει περίπου 300 εκατ. ευρώ (ποσό που λογικά κάθε χρόνο θα αυξάνεται) για αγορά δικαιωμάτων ρύπανσης, όπως γνώριζε ήδη εδώ και σχεδόν δέκα χρόνια ότι θα πρέπει να κάνει! Τα χρήματα αυτά βέβαια αποτελούν εθνικούς πόρους, οι οποίοι σύμφωνα με την ευρωπαϊκή νομοθεσία πρέπει να κατευθυνθούν από την κυβέρνηση σε κοινωνικές παροχές (προστασία όσων πλήττονται από τη μετακύλιση του κόστους) και αναπτυξιακές πολιτικές (ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, εξοικονόμηση, υποδομές).
Σε κάθε περίπτωση, αποτελούν το τίμημα που πληρώνουν οι καταναλωτές για την πολύ βρώμικη (λιγνιτική) ηλεκτροπαραγωγή της ΔΕΗ.
Σημειώστε ότι αυτό το ποσό αποτελεί μόνο ένα μικρό ποσοστό του πραγματικού κόστους στην οικονομία από την κατασπατάληση φυσικών πόρων, την υποβάθμιση του περιβάλλοντος και την επιβάρυνση της δημόσιας υγείας από τη χρήση λιγνίτη. Κόστος, που σύμφωνα με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Περιβάλλοντος φτάνει έως και 3,9 δις το χρόνο, δηλαδή περίπου 1.000 ευρώ ανά νοικοκυριό!
2. Πετρελαϊκή εξάρτηση
Τα νησιά που δεν συνδέονται με το ηλεκτρικό δίκτυο της χώρας (πχ Κυκλάδες, Δωδεκάνησα), επί δεκαετίες στηρίζονται στο πετρέλαιο για την ηλεκτροπαραγωγή σε ποσοστό που ξεπερνά το 95%. Το κόστος αγοράς πετρελαίου είναι τόσο υψηλό, που για να μην πληρώνουν οι κάτοικοι των νησιών πολλαπλάσια ποσά στους λογαριασμούς της ΔΕΗ, τη διαφορά την επωμίζονται (και σωστά) όλοι οι Έλληνες καταναλωτές μέσα από τις ΥΚΩ (Υπηρεσίες Κοινής Ωφέλειας) που αναφέρονται στο λογαριασμό μας.
Το 2011 η ΔΕΗ πλήρωσε περίπου 800 εκ. € για αγορές υγρών καυσίμων, ενώ το 2008 το κόστος ξεπέρασε το 1 δις € εξαιτίας της εκτίναξης της τιμής του πετρελαίου. Όσο εξαρτόμαστε από το… μαζούτ που καίμε στα νησιά μας, τόσο εκτεθειμένοι θα είναι οι λογαριασμοί της ΔΕΗ στις αυξανόμενες τιμές του πετρελαίου.
3. Κρυφές επιδοτήσεις προς ορυκτά καύσιμα
Μπορεί να μην αναφέρονται στους λογαριασμούς του ρεύματος, όμως ένα σημαντικό μέρος των χρημάτων που πληρώνουμε στη ΔΕΗ πηγαίνει για επιδοτήσεις μονάδων φυσικού αερίου και λιγνίτη. Πρόκειται για επιδοτήσεις που δεν σχετίζονται τόσο με την παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος, όσο με την ίδια την οικονομική βιωσιμότητα των μονάδων που το παράγουν.
Για παράδειγμα: τα Αποδεικτικά Διαθεσιμότητας Ισχύος (ΑΔΙ) είναι πληρωμές (κυρίως) προς μονάδες φυσικού αερίου με βάση την ισχύ τους και όχι την παραγωγή τους. Δηλαδή ακόμα και αν δεν λειτουργήσει καθόλου μία μονάδα φυσικού αερίου αυτή θα αποζημιωθεί με 45.000 € ανά εγκατεστημένο ΜW το χρόνο! Το 2011, ΑΔΙ και Μηχανισμός Ανάκτησης Μεταβλητού Κόστους (άλλος μηχανισμός στρεβλής επιδότησης) στοίχισαν στους καταναλωτές περίπου 700 εκ. €.
4. Στρεβλώσεις υπέρ ορυκτών καυσίμων
Δεν θα βαρεθούμε να το λέμε: η τιμή του ρεύματος αυξάνεται διαρκώς όχι μόνο λόγω των επιδοτήσεων αλλά και των στρεβλώσεων υπέρ των ορυκτών καυσίμων. Για κάθε 10 ευρώ που πληρώνουμε για την ανάπτυξη των ΑΠΕμέσω του Ειδικού Τέλος ΑΠΕ (ΕΤΜΕΑΡ στους λογαριασμούς), τα 6 καταλήγουν στα ορυκτά καύσιμα. Αυτό συμβαίνει εξαιτίας του στρεβλού συστήματος υπολογισμού του κόστους παραγωγής ενέργειας: Αν και οι ΑΠΕ μειώνουν το συνολικό κόστος της ηλεκτροπαραγωγής (επειδή συχνά αποτρέπουν τη λειτουργία πολύ ακριβών μονάδων ορυκτών καυσίμων) αυτό το οικονομικό όφελος δεν επιστρέφεται στους καταναλωτές αλλά καταλήγει σαν έξτρα κέρδος στον προμηθευτή. Δηλαδή στη ΔΕΗ. Δηλαδή στα… ορυκτά καύσιμα!
Χωρίς αυτές οι στρεβλώσεις, το Ειδικό Τέλος ΑΠΕ θα ήταν περίπου 60% χαμηλότερο για τους καταναλωτές, όπως εκτιμούν οι σχετικές μελέτες.
5. Απουσία επενδύσεων
Επί δεκαετίες τα τιμολόγια της ΔΕΗ δεν αντανακλούν το πραγματικό κόστος ηλεκτροπαραγωγής. Αυτό σε συνδυασμό με τα διαχρονικά φαινόμενα κακοδιαχείρισης, γραφειοκρατίας και διαφθοράς, έχει συμπιέσει την κεφαλαιακή επάρκεια της ΔΕΗ, με αποτέλεσμα η δυνατότητά της για νέες σύγχρονες επενδύσεις χαμηλού άνθρακα και υψηλής απόδοσης έμενε εξαιρετικά περιορισμένη. Αν σε αυτό προσθέσετε και την ιστορική της αδιαφορία απέναντι στις ΑΠΕ και την εξοικονόμηση ενέργειας, έχετε μία καλή εικόνα της επιχείρησης σήμερα: Μία ΔΕΗ με γερασμένο, μη αποδοτικό και εξαιρετικά ρυπογόνο στόλο μονάδων και χαμηλή κεφαλαιακή ισχύ.
Τι πρέπει να γίνει;
Ο μόνος τρόπος να αρχίζει να αλλάζει προς το καλύτερο αυτή η κατάσταση είναι να αναδιαρθρώσουμε την αγορά ενέργειας καταργώντας τις επιδοτήσεις προς τα ορυκτά καύσιμα και να στραφούμε άμεσα στην ανάπτυξη των ΑΠΕ και στην εξοικονόμηση ενέργειας. Έτσι, δεν θα έχουμε μόνο προστασία των καταναλωτών από υπέρογκες αυξήσεις κάθε χρόνο, αλλά και εκσυγχρονισμό της οικονομίας με νέες και καθαρές τεχνολογίες, πολλές νέες θέσεις εργασίας και κυκλοφορία κεφαλαίων στην αγορά.
Και σαν καταναλωτές όμως, πρέπει να θυμόμαστε πάντα ότι η πιο φθηνή ενέργεια είναι αυτή που δεν καταναλώνουμε. Σε αυτή την κατεύθυνση μπορούμε να κάνουμε πολλά.
Σε κάθε περίπτωση, η γνώση είναι το καλύτερο εφόδιο που μπορεί να έχει κάποιος ώστε να είναι ενεργός πολίτης και να διεκδικεί ένα καλύτερο σήμερα από αυτό που του επιβάλλεται.
ΠΗΓΗ: Τάκης Γρηγορίου από το site της Greenpeace
Ο… ‘πραγματικός’ λογαριασμός της ΔΕΗ [κάντε ‘κλικ’]
1. Το πραγματικό κόστος της ρύπανσης
Από φέτος η ΔΕΗ θα πρέπει να πληρώνει περίπου 300 εκατ. ευρώ (ποσό που λογικά κάθε χρόνο θα αυξάνεται) για αγορά δικαιωμάτων ρύπανσης, όπως γνώριζε ήδη εδώ και σχεδόν δέκα χρόνια ότι θα πρέπει να κάνει! Τα χρήματα αυτά βέβαια αποτελούν εθνικούς πόρους, οι οποίοι σύμφωνα με την ευρωπαϊκή νομοθεσία πρέπει να κατευθυνθούν από την κυβέρνηση σε κοινωνικές παροχές (προστασία όσων πλήττονται από τη μετακύλιση του κόστους) και αναπτυξιακές πολιτικές (ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, εξοικονόμηση, υποδομές).
Σε κάθε περίπτωση, αποτελούν το τίμημα που πληρώνουν οι καταναλωτές για την πολύ βρώμικη (λιγνιτική) ηλεκτροπαραγωγή της ΔΕΗ.
Σημειώστε ότι αυτό το ποσό αποτελεί μόνο ένα μικρό ποσοστό του πραγματικού κόστους στην οικονομία από την κατασπατάληση φυσικών πόρων, την υποβάθμιση του περιβάλλοντος και την επιβάρυνση της δημόσιας υγείας από τη χρήση λιγνίτη. Κόστος, που σύμφωνα με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Περιβάλλοντος φτάνει έως και 3,9 δις το χρόνο, δηλαδή περίπου 1.000 ευρώ ανά νοικοκυριό!
2. Πετρελαϊκή εξάρτηση
Τα νησιά που δεν συνδέονται με το ηλεκτρικό δίκτυο της χώρας (πχ Κυκλάδες, Δωδεκάνησα), επί δεκαετίες στηρίζονται στο πετρέλαιο για την ηλεκτροπαραγωγή σε ποσοστό που ξεπερνά το 95%. Το κόστος αγοράς πετρελαίου είναι τόσο υψηλό, που για να μην πληρώνουν οι κάτοικοι των νησιών πολλαπλάσια ποσά στους λογαριασμούς της ΔΕΗ, τη διαφορά την επωμίζονται (και σωστά) όλοι οι Έλληνες καταναλωτές μέσα από τις ΥΚΩ (Υπηρεσίες Κοινής Ωφέλειας) που αναφέρονται στο λογαριασμό μας.
Το 2011 η ΔΕΗ πλήρωσε περίπου 800 εκ. € για αγορές υγρών καυσίμων, ενώ το 2008 το κόστος ξεπέρασε το 1 δις € εξαιτίας της εκτίναξης της τιμής του πετρελαίου. Όσο εξαρτόμαστε από το… μαζούτ που καίμε στα νησιά μας, τόσο εκτεθειμένοι θα είναι οι λογαριασμοί της ΔΕΗ στις αυξανόμενες τιμές του πετρελαίου.
3. Κρυφές επιδοτήσεις προς ορυκτά καύσιμα
Μπορεί να μην αναφέρονται στους λογαριασμούς του ρεύματος, όμως ένα σημαντικό μέρος των χρημάτων που πληρώνουμε στη ΔΕΗ πηγαίνει για επιδοτήσεις μονάδων φυσικού αερίου και λιγνίτη. Πρόκειται για επιδοτήσεις που δεν σχετίζονται τόσο με την παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος, όσο με την ίδια την οικονομική βιωσιμότητα των μονάδων που το παράγουν.
Για παράδειγμα: τα Αποδεικτικά Διαθεσιμότητας Ισχύος (ΑΔΙ) είναι πληρωμές (κυρίως) προς μονάδες φυσικού αερίου με βάση την ισχύ τους και όχι την παραγωγή τους. Δηλαδή ακόμα και αν δεν λειτουργήσει καθόλου μία μονάδα φυσικού αερίου αυτή θα αποζημιωθεί με 45.000 € ανά εγκατεστημένο ΜW το χρόνο! Το 2011, ΑΔΙ και Μηχανισμός Ανάκτησης Μεταβλητού Κόστους (άλλος μηχανισμός στρεβλής επιδότησης) στοίχισαν στους καταναλωτές περίπου 700 εκ. €.
4. Στρεβλώσεις υπέρ ορυκτών καυσίμων
Δεν θα βαρεθούμε να το λέμε: η τιμή του ρεύματος αυξάνεται διαρκώς όχι μόνο λόγω των επιδοτήσεων αλλά και των στρεβλώσεων υπέρ των ορυκτών καυσίμων. Για κάθε 10 ευρώ που πληρώνουμε για την ανάπτυξη των ΑΠΕμέσω του Ειδικού Τέλος ΑΠΕ (ΕΤΜΕΑΡ στους λογαριασμούς), τα 6 καταλήγουν στα ορυκτά καύσιμα. Αυτό συμβαίνει εξαιτίας του στρεβλού συστήματος υπολογισμού του κόστους παραγωγής ενέργειας: Αν και οι ΑΠΕ μειώνουν το συνολικό κόστος της ηλεκτροπαραγωγής (επειδή συχνά αποτρέπουν τη λειτουργία πολύ ακριβών μονάδων ορυκτών καυσίμων) αυτό το οικονομικό όφελος δεν επιστρέφεται στους καταναλωτές αλλά καταλήγει σαν έξτρα κέρδος στον προμηθευτή. Δηλαδή στη ΔΕΗ. Δηλαδή στα… ορυκτά καύσιμα!
Χωρίς αυτές οι στρεβλώσεις, το Ειδικό Τέλος ΑΠΕ θα ήταν περίπου 60% χαμηλότερο για τους καταναλωτές, όπως εκτιμούν οι σχετικές μελέτες.
5. Απουσία επενδύσεων
Επί δεκαετίες τα τιμολόγια της ΔΕΗ δεν αντανακλούν το πραγματικό κόστος ηλεκτροπαραγωγής. Αυτό σε συνδυασμό με τα διαχρονικά φαινόμενα κακοδιαχείρισης, γραφειοκρατίας και διαφθοράς, έχει συμπιέσει την κεφαλαιακή επάρκεια της ΔΕΗ, με αποτέλεσμα η δυνατότητά της για νέες σύγχρονες επενδύσεις χαμηλού άνθρακα και υψηλής απόδοσης έμενε εξαιρετικά περιορισμένη. Αν σε αυτό προσθέσετε και την ιστορική της αδιαφορία απέναντι στις ΑΠΕ και την εξοικονόμηση ενέργειας, έχετε μία καλή εικόνα της επιχείρησης σήμερα: Μία ΔΕΗ με γερασμένο, μη αποδοτικό και εξαιρετικά ρυπογόνο στόλο μονάδων και χαμηλή κεφαλαιακή ισχύ.
Τι πρέπει να γίνει;
Ο μόνος τρόπος να αρχίζει να αλλάζει προς το καλύτερο αυτή η κατάσταση είναι να αναδιαρθρώσουμε την αγορά ενέργειας καταργώντας τις επιδοτήσεις προς τα ορυκτά καύσιμα και να στραφούμε άμεσα στην ανάπτυξη των ΑΠΕ και στην εξοικονόμηση ενέργειας. Έτσι, δεν θα έχουμε μόνο προστασία των καταναλωτών από υπέρογκες αυξήσεις κάθε χρόνο, αλλά και εκσυγχρονισμό της οικονομίας με νέες και καθαρές τεχνολογίες, πολλές νέες θέσεις εργασίας και κυκλοφορία κεφαλαίων στην αγορά.
Και σαν καταναλωτές όμως, πρέπει να θυμόμαστε πάντα ότι η πιο φθηνή ενέργεια είναι αυτή που δεν καταναλώνουμε. Σε αυτή την κατεύθυνση μπορούμε να κάνουμε πολλά.
Σε κάθε περίπτωση, η γνώση είναι το καλύτερο εφόδιο που μπορεί να έχει κάποιος ώστε να είναι ενεργός πολίτης και να διεκδικεί ένα καλύτερο σήμερα από αυτό που του επιβάλλεται.
ΠΗΓΗ: Τάκης Γρηγορίου από το site της Greenpeace
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου