Επί σειρά ετών το Έθνος ασχολείται με τα ελληνοτουρκικά και τον
κίνδυνο εξ ανατολών. Τα χρήματα που ξοδεύτηκαν σε εξοπλιστικά
προγράμματα γέμισαν πολλές χιλιάδες σελίδες και προκάλεσαν άπειρα
πρωτοσέλιδα, είτε εξαιτίας των ειδικών θεμάτων και τεχνικών αναλύσεων
των υπό προμήθεια συστημάτων, είτε εξαιτίας των υπέρογκων κονδυλίων που
μας στοίχιζαν, είτε εξαιτίας των διαφόρων σκανδάλων που προέκυψαν.
Γράφει ο Παναγιώτης Α. Καράμπελας
Μετά από τόσα χρόνια, όμως, πραγματικός πόλεμος δεν έγινε. Δεν είναι λίγες οι φορές, βέβαια, που όντως φτάσαμε πολύ κοντά σε μια αναμέτρηση. Πάντα, όμως, η πολεμική σύγκρουση απετράπη. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα, λοιπόν, να αυξηθούν τα τελευταία χρόνια οι φωνές όσων ισχυρίζονται πως «πόλεμος δεν πρόκειται να γίνει» ή ότι «και να πάει να ξεκινήσει θα τον σταματήσουν οι ξένοι (Η.Π.Α., Ε.Ε. κτλ.)» και πως «όλα αυτά γίνονται για να πλουτίζουν οι…εμπόροι» (με αυτό το τονισμό). Που είναι, λοιπόν, η αλήθεια; Οι περισσότερες από αυτές τις δηλώσεις έχουν την δική τους δόση αληθείας. Όμως, για να καταλάβουμε την κατάσταση όπως έχει διαμορφωθεί σήμερα, θα πρέπει να κοιτάξουμε κάποια δεδομένα για το ποιες κινήσεις έχουν γίνει εκατέρωθεν του Αρχιπελάγους. Δεν θα μπούμε σε λεπτομερείς αναλύσεις, καταγραφές και τεχνικές περιγραφές, ούτε σε στατιστικά και λοιπά οικονομικά δεδομένα. Θα μείνουμε στην ουσία.
Η Τουρκία μετά την εισβολή στην Κύπρο αντιμετώπισε τον πρόσκαιρο αποκλεισμό της από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ και το εμπάργκο των Η.Π.Α. σε στρατιωτικούς εξοπλισμούς. Αυτό την ώθησε να βάλει στόχο την κατά το δυνατόν ανεξαρτητοποίησή της από ξένες πηγές οπλικών συστημάτων, προς αποφυγή παρόμοιων εξαρτήσεων. Παράλληλα, όταν στις αρχές της δεκαετίας του ’80 ο αποκλεισμός έπαψε να ισχύει με την σύμφωνη γνώμη της Ελλάδας(!), η Άγκυρα προσπάθησε με ένα φρενήρη ρυθμό αλλά και με μεθοδικότητα να καλύψει το χαμένο έδαφος των προηγουμένων ετών, μια προσπάθεια που διατηρείται ΑΜΕΙΩΤΗ έως και σήμερα, περίπου 34 χρόνια μετά!
Έτσι προχώρησε σε συμφωνίες με τις προμηθεύτριες εταιρίες για εκτεταμένες συμπαραγωγές και επέλεξε εκείνα τα οπλικά συστήματα που θα της επέτρεπαν την σχεδόν απεριόριστη πρόσβαση σε κρίσιμες τεχνολογίες. Η Ελληνική πλευρά από την άλλη, προσπάθησε τα πρώτα χρόνια να εκμεταλλευτεί την κατάσταση, αλλά δεδομένης της ανοργάνωτης φύσεως του Έλληνα, έγινε με αποσπασματικό και λάθος τρόπο χωρίς καμία ιδιαίτερη προσπάθεια τόνωσης της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας. Αργότερα δε η όλη προσπάθεια αμυντικής ενίσχυσης γνώρισε μεγάλα σκαμπανεβάσματα. Υπήρξαν περίοδοι όπου προμηθευόμασταν μόνο τα απολύτως απαραίτητα και άλλες περίοδοι όπου υπήρχε μια «έκρηξη» εξοπλισμών, με χαρακτηριστικότερη την περίοδο μετά τα Ίμια, όπου όμως κι εκεί υπήρξαν συστήματα που αποκτήθηκαν χωρίς την εισήγηση των επιτελείων.
Παρ’ όλα αυτά, τα ποσά που δαπανήθηκαν είναι υπέρογκα. Παράλληλα, η Τουρκία έστρεψε την προσοχή της στη προσπάθεια ένταξής της στην Ε.Ε. Η θέση της στο ΝΑΤΟ ισχυροποιήθηκε με ένα αποφασιστικό και οργανωμένο lobbying στις Η.Π.Α., καθιερώθηκε ως σημαντικός παίκτης στη περιοχή, θέση που έτσι κι αλλιώς κατείχε και κατά την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου και την οποία ανέπτυξε περαιτέρω στον μετά-ψυχροπολεμικό κόσμο. Η θέση αυτή σε όλες τις κρίσεις που προέκυψαν με την Ελλάδα έπαιξε τον δικό της ρόλο, με τις ξένες Δυνάμεις να προσπαθούν διπλωματικά να ικανοποιήσουν τις όποιες επιδιώξεις της Άγκυρας. Είναι άξιο λόγου και επαίνου για τη γείτονα, ότι όλες οι προαναφερθείσες πολιτικές, σε στρατιωτικό και διπλωματικό επίπεδο, παρέμειναν αναλλοίωτες σε στόχευση και ένταση, ανεξαρτήτως των μεγάλων εσωτερικών πολιτικών και κομματικών εναλλαγών στην εξουσία της χώρας.
Η Ελλάδα από την πλευρά της επαναπαύθηκε στην θέση της εντός της Ε.Ε. εφησυχασμένη και παραδομένη στην αυταπάτη μιας Ευρώπης που θα τρέξει να σώσει το «λίκνο της Δημοκρατίας»… Έτσι το Ελληνοαμερικανικό λόμπυ αφέθηκε να ατροφήσει και χρησιμοποιήθηκε για εσωτερικούς μικροπολιτικούς κομματικούς σκοπούς, τα διπλωματικά αντανακλαστικά σκούριασαν και βρέθηκε μια ολόκληρη χώρα να περιμένει από όλους τους άλλους -πλην του εαυτού της- τις λύσεις στα προβλήματά της.
Παραμένοντας σε μια αέναη αναμονή της…πολιτικής ολοκλήρωσης της Ευρώπης, εισήγαγε στην παγκόσμια διπλωματική και πολιτική σκηνή το «Δόγμα της Ήσσονος Προσπαθείας». Πως μπορούν να εξελιχθούν, λοιπόν, οι άσχημες σχέσεις Ελλάδας-Τουρκίας; Είναι αλήθεια ότι με τα προαναφερθέντα δεδομένα η περίπτωση μιας πολεμικής σύγκρουσης με την Τουρκία φαίνεται να μην φαντάζει πολύ πιθανή, αφού η επιρροή της Άγκυρας και η θέση της, όπως και οι λεπτές ισορροπίες στη περιοχή μας, θα προέτρεπαν τις όποιες μεγάλες Δυνάμεις να σταματήσουν τη κρίση πριν κλιμακωθεί. Όμως, εδώ υπάρχουν δύο βασικά θέματα που πρέπει να λάβουμε υπ’ όψιν μας. Πρώτον, οι σχέσεις της Τουρκίας με τις Η.Π.Α., το Ισραήλ αλλά και την Ε.Ε. είναι στο χειρότερο σημείο που υπήρξαν ποτέ και βαίνουν επιδεινούμενες.
Οι σχέσεις της Άγκυρας με τη Μόσχα επίσης, δεν περνάνε και την καλύτερη περίοδό τους. Και όλα αυτά με ευθύνη αποκλειστικά της Τουρκίας. Ο ρόλος της παραμένει βέβαια σημαντικός, ιδιαίτερα μάλιστα μετά από τις εξελίξεις στην Ουκρανία, και δεν παύει να είναι γεγονός ότι δύσκολα Η.Π.Α. και Ευρώπη θα εγκαταλείψουν τη σύμμαχό τους στον όποιο μοναχικό δρόμο νομίζει ότι θα πάρει… Παρ’ όλα αυτά, οι σημερινές συνθήκες εγκυμονούν μεγάλες εξελίξεις, πολλές από τις οποίες ενδέχεται να τις εκκινήσει η ίδια η Τουρκία λόγω της οψίμως αλλοπρόσαλλης πολιτική της. Δεύτερον, όπως μας βεβαιώνει ο Clausewitz, πόλεμος είναι η συνέχιση της διπλωματίας με άλλα μέσα. Υπό αυτή την έννοια, πόλεμος μπορεί να προκύψει όταν και εφόσον μια πλευρά θελήσει να διεκδικήσει κάτι που με τη διπλωματία δεν μπορεί να πετύχει και με δεδομένο ότι ο αμυνόμενος θα «δεχθεί» να υπερασπιστεί τα δικαιώματά του πάση θυσία.
Εάν ένα από τα δύο δεν ισχύσει, πόλεμος δεν μπορεί να υπάρξει. Αν έχει, λοιπόν, νόημα να συνεχίσουμε την ανάλυσή μας, αυτό θα ισχύει μόνο για την περίπτωση που αποδεχτούμε ότι η Ελλάδα θα δείξει την ελάχιστη πρόθεση να κάνει το αυτονόητο σε περίπτωση ανάγκης και δεν θα σπεύσει να ευχαριστήσει τους ανέμους που θα έχουν πάρει σημαίες ή τις όποιες Δυνάμεις για την…ουμανιστικών κινήτρων βοήθειά τους. Έχοντας αυτά κατά νου και εάν ανατρέξουμε στις εξωφρενικές εξοπλιστικές προσπάθειες της Τουρκίας, βλέπουμε να συντίθεται μια πολύ επίφοβη εικόνα. Όλη η περιοχή, ανατολικά της Τουρκίας, η Μέση Ανατολή, η Ανατολική Μεσόγειος και η Μαύρη Θάλασσα βρίσκονται σε αναβρασμό για διαφορετικούς λόγους, αλλά με την Τουρκία σχεδόν στο γεωγραφικό και εν μέρει γεωστρατηγικό κέντρο της εν λόγω περιοχής.
Δεδομένης της εσωτερικής αναταραχής στην Τουρκία, της συμβατότητας με την Τουρκική πραγματικότητα των εξεγέρσεων στις χώρες του Μαγκρέμπ και τις πιθανότατες έξωθεν προσπάθειες αποβολής του Ερντογάν από την εξουσία, είναι πάρα πολύ πιθανό να δούμε την γνωστή τάση για «εξαγωγή» των όποιων εσωτερικών κρίσεων προς την Ελλάδα, με την ελπίδα από πλευράς Άγκυρας για μια ακόμα εύκολη διπλωματική, και όχι μόνο, νίκη εντυπωσιασμού. Ενδείξεις τέτοιων προθέσεων έχουν ήδη εντοπισθεί τους τελευταίους λίγους μήνες από τα επιτελεία και τους -εργατικούς μεν παραγκωνισμένους δε- διπλωμάτες μας…
Η οικονομική κρίση που μαστίζει την Ελλάδα και μια -ελπίζουμε- κατάρρευση των εγκληματικών συνομιλιών στην Κύπρο, που θα αφήσει όμως ανοιχτό για τον Κυπριακό Ελληνισμό το θέμα εκμετάλλευσης των κοιτασμάτων που έχουν βρεθεί, θέτουν επικίνδυνες βάσεις για εξελίξεις στην περιοχή μας. Η Τουρκία κάποια στιγμή θα θελήσει να κεφαλαιοποιήσει τις επί τόσα χρόνια επίπονες και πείσμωνες προσπάθειες σε διπλωματικό και στρατιωτικό επίπεδο. Όλο το lobbying που κατηύθυνε πολλές δεκάδες εκατομμύρια σε εταιρίες-κολοσσούς δημοσίων σχέσεων, τα τόσες δεκάδες δισεκατομμύρια σε όλων των ειδών τους εξοπλισμούς, οι χιλιάδες των παραβάσεων και παραβιάσεων στο Αιγαίο, δεν μπορεί να έχουν γίνει χωρίς λόγο ή πολύ περισσότερο χωρίς ένα ορατό τελικό αντικειμενικό χρονικό ορίζοντα, ακόμα κι όταν μιλάμε για τους υπερ-υπομονετικούς Ασιάτες γείτονές μας.
Άλλωστε και το χρονικό περιθώριο στο οποίο θα είναι εμπορικά εκμεταλλεύσιμα τα όποια κοιτάσματα υδρογονανθράκων είναι πεπερασμένο, δεδομένης της βαθμιαίας, αργής αλλά σταθερής και μη αναστρέψιμης αναγκαστικής αντικατάστασης του φυσικού αερίου και του πετρελαίου από άλλες μορφές ενέργειας. Κάποια στιγμή στο ορατό μέλλον οι πιέσεις από τις μεγάλες Δυνάμεις για εύρεση τελικής λύσης για το καθεστώς στο Αιγαίο και για έναρξη εκμετάλλευσης των όποιων κοιτασμάτων θα είναι δύσκολο να αγνοηθούν. Άρα ο χρόνος δεν είναι άπειρος στο Αιγαίο… Δεν υπάρχει, λοιπόν, περίπτωση να δεχθούν οι γείτονες να διαιωνίζεται εις το διηνεκές αυτή η κατάσταση, ούτε και να δεχθούν μια ήττα «στα χαρτιά», πολύ περισσότερο μάλιστα όταν έχουν -καλώς ή κακώς- την εντύπωση ότι μπορούν να επιτύχουν μια νίκη σε πόλεμο.
Πλέον, έχουν επενδύσει τόσα πολλά στις επιδιώξεις τους σε Αιγαίο και Κύπρο που αν μη τι άλλο, θα δοκιμάσουν όλα τα διαθέσιμα μέσα που έχουν για την επίτευξη των στόχων τους. Δεδομένου ότι από την δική μας πλευρά έχουμε την πρόθεση και την ελάχιστη ευφυΐα να φτάσουμε μέχρι εκεί που μας επιβάλλουν οι δικές μας θυσίες, τα συμφέροντα και η Ιστορία μας, δηλαδή ΜΕΧΡΙ ΤΕΛΟΥΣ, οφείλουμε να θέσουμε το σωστό ερώτημα. Και το ερώτημα που προκύπτει δεν είναι εάν θα προσπαθήσει να κάνει πράξη η Τουρκία τις απειλές της, αλλά το πότε!
ΠΗΓΗ: http://defencenews.gr
Γράφει ο Παναγιώτης Α. Καράμπελας
Μετά από τόσα χρόνια, όμως, πραγματικός πόλεμος δεν έγινε. Δεν είναι λίγες οι φορές, βέβαια, που όντως φτάσαμε πολύ κοντά σε μια αναμέτρηση. Πάντα, όμως, η πολεμική σύγκρουση απετράπη. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα, λοιπόν, να αυξηθούν τα τελευταία χρόνια οι φωνές όσων ισχυρίζονται πως «πόλεμος δεν πρόκειται να γίνει» ή ότι «και να πάει να ξεκινήσει θα τον σταματήσουν οι ξένοι (Η.Π.Α., Ε.Ε. κτλ.)» και πως «όλα αυτά γίνονται για να πλουτίζουν οι…εμπόροι» (με αυτό το τονισμό). Που είναι, λοιπόν, η αλήθεια; Οι περισσότερες από αυτές τις δηλώσεις έχουν την δική τους δόση αληθείας. Όμως, για να καταλάβουμε την κατάσταση όπως έχει διαμορφωθεί σήμερα, θα πρέπει να κοιτάξουμε κάποια δεδομένα για το ποιες κινήσεις έχουν γίνει εκατέρωθεν του Αρχιπελάγους. Δεν θα μπούμε σε λεπτομερείς αναλύσεις, καταγραφές και τεχνικές περιγραφές, ούτε σε στατιστικά και λοιπά οικονομικά δεδομένα. Θα μείνουμε στην ουσία.
Η Τουρκία μετά την εισβολή στην Κύπρο αντιμετώπισε τον πρόσκαιρο αποκλεισμό της από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ και το εμπάργκο των Η.Π.Α. σε στρατιωτικούς εξοπλισμούς. Αυτό την ώθησε να βάλει στόχο την κατά το δυνατόν ανεξαρτητοποίησή της από ξένες πηγές οπλικών συστημάτων, προς αποφυγή παρόμοιων εξαρτήσεων. Παράλληλα, όταν στις αρχές της δεκαετίας του ’80 ο αποκλεισμός έπαψε να ισχύει με την σύμφωνη γνώμη της Ελλάδας(!), η Άγκυρα προσπάθησε με ένα φρενήρη ρυθμό αλλά και με μεθοδικότητα να καλύψει το χαμένο έδαφος των προηγουμένων ετών, μια προσπάθεια που διατηρείται ΑΜΕΙΩΤΗ έως και σήμερα, περίπου 34 χρόνια μετά!
Έτσι προχώρησε σε συμφωνίες με τις προμηθεύτριες εταιρίες για εκτεταμένες συμπαραγωγές και επέλεξε εκείνα τα οπλικά συστήματα που θα της επέτρεπαν την σχεδόν απεριόριστη πρόσβαση σε κρίσιμες τεχνολογίες. Η Ελληνική πλευρά από την άλλη, προσπάθησε τα πρώτα χρόνια να εκμεταλλευτεί την κατάσταση, αλλά δεδομένης της ανοργάνωτης φύσεως του Έλληνα, έγινε με αποσπασματικό και λάθος τρόπο χωρίς καμία ιδιαίτερη προσπάθεια τόνωσης της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας. Αργότερα δε η όλη προσπάθεια αμυντικής ενίσχυσης γνώρισε μεγάλα σκαμπανεβάσματα. Υπήρξαν περίοδοι όπου προμηθευόμασταν μόνο τα απολύτως απαραίτητα και άλλες περίοδοι όπου υπήρχε μια «έκρηξη» εξοπλισμών, με χαρακτηριστικότερη την περίοδο μετά τα Ίμια, όπου όμως κι εκεί υπήρξαν συστήματα που αποκτήθηκαν χωρίς την εισήγηση των επιτελείων.
Παρ’ όλα αυτά, τα ποσά που δαπανήθηκαν είναι υπέρογκα. Παράλληλα, η Τουρκία έστρεψε την προσοχή της στη προσπάθεια ένταξής της στην Ε.Ε. Η θέση της στο ΝΑΤΟ ισχυροποιήθηκε με ένα αποφασιστικό και οργανωμένο lobbying στις Η.Π.Α., καθιερώθηκε ως σημαντικός παίκτης στη περιοχή, θέση που έτσι κι αλλιώς κατείχε και κατά την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου και την οποία ανέπτυξε περαιτέρω στον μετά-ψυχροπολεμικό κόσμο. Η θέση αυτή σε όλες τις κρίσεις που προέκυψαν με την Ελλάδα έπαιξε τον δικό της ρόλο, με τις ξένες Δυνάμεις να προσπαθούν διπλωματικά να ικανοποιήσουν τις όποιες επιδιώξεις της Άγκυρας. Είναι άξιο λόγου και επαίνου για τη γείτονα, ότι όλες οι προαναφερθείσες πολιτικές, σε στρατιωτικό και διπλωματικό επίπεδο, παρέμειναν αναλλοίωτες σε στόχευση και ένταση, ανεξαρτήτως των μεγάλων εσωτερικών πολιτικών και κομματικών εναλλαγών στην εξουσία της χώρας.
Η Ελλάδα από την πλευρά της επαναπαύθηκε στην θέση της εντός της Ε.Ε. εφησυχασμένη και παραδομένη στην αυταπάτη μιας Ευρώπης που θα τρέξει να σώσει το «λίκνο της Δημοκρατίας»… Έτσι το Ελληνοαμερικανικό λόμπυ αφέθηκε να ατροφήσει και χρησιμοποιήθηκε για εσωτερικούς μικροπολιτικούς κομματικούς σκοπούς, τα διπλωματικά αντανακλαστικά σκούριασαν και βρέθηκε μια ολόκληρη χώρα να περιμένει από όλους τους άλλους -πλην του εαυτού της- τις λύσεις στα προβλήματά της.
Παραμένοντας σε μια αέναη αναμονή της…πολιτικής ολοκλήρωσης της Ευρώπης, εισήγαγε στην παγκόσμια διπλωματική και πολιτική σκηνή το «Δόγμα της Ήσσονος Προσπαθείας». Πως μπορούν να εξελιχθούν, λοιπόν, οι άσχημες σχέσεις Ελλάδας-Τουρκίας; Είναι αλήθεια ότι με τα προαναφερθέντα δεδομένα η περίπτωση μιας πολεμικής σύγκρουσης με την Τουρκία φαίνεται να μην φαντάζει πολύ πιθανή, αφού η επιρροή της Άγκυρας και η θέση της, όπως και οι λεπτές ισορροπίες στη περιοχή μας, θα προέτρεπαν τις όποιες μεγάλες Δυνάμεις να σταματήσουν τη κρίση πριν κλιμακωθεί. Όμως, εδώ υπάρχουν δύο βασικά θέματα που πρέπει να λάβουμε υπ’ όψιν μας. Πρώτον, οι σχέσεις της Τουρκίας με τις Η.Π.Α., το Ισραήλ αλλά και την Ε.Ε. είναι στο χειρότερο σημείο που υπήρξαν ποτέ και βαίνουν επιδεινούμενες.
Οι σχέσεις της Άγκυρας με τη Μόσχα επίσης, δεν περνάνε και την καλύτερη περίοδό τους. Και όλα αυτά με ευθύνη αποκλειστικά της Τουρκίας. Ο ρόλος της παραμένει βέβαια σημαντικός, ιδιαίτερα μάλιστα μετά από τις εξελίξεις στην Ουκρανία, και δεν παύει να είναι γεγονός ότι δύσκολα Η.Π.Α. και Ευρώπη θα εγκαταλείψουν τη σύμμαχό τους στον όποιο μοναχικό δρόμο νομίζει ότι θα πάρει… Παρ’ όλα αυτά, οι σημερινές συνθήκες εγκυμονούν μεγάλες εξελίξεις, πολλές από τις οποίες ενδέχεται να τις εκκινήσει η ίδια η Τουρκία λόγω της οψίμως αλλοπρόσαλλης πολιτική της. Δεύτερον, όπως μας βεβαιώνει ο Clausewitz, πόλεμος είναι η συνέχιση της διπλωματίας με άλλα μέσα. Υπό αυτή την έννοια, πόλεμος μπορεί να προκύψει όταν και εφόσον μια πλευρά θελήσει να διεκδικήσει κάτι που με τη διπλωματία δεν μπορεί να πετύχει και με δεδομένο ότι ο αμυνόμενος θα «δεχθεί» να υπερασπιστεί τα δικαιώματά του πάση θυσία.
Εάν ένα από τα δύο δεν ισχύσει, πόλεμος δεν μπορεί να υπάρξει. Αν έχει, λοιπόν, νόημα να συνεχίσουμε την ανάλυσή μας, αυτό θα ισχύει μόνο για την περίπτωση που αποδεχτούμε ότι η Ελλάδα θα δείξει την ελάχιστη πρόθεση να κάνει το αυτονόητο σε περίπτωση ανάγκης και δεν θα σπεύσει να ευχαριστήσει τους ανέμους που θα έχουν πάρει σημαίες ή τις όποιες Δυνάμεις για την…ουμανιστικών κινήτρων βοήθειά τους. Έχοντας αυτά κατά νου και εάν ανατρέξουμε στις εξωφρενικές εξοπλιστικές προσπάθειες της Τουρκίας, βλέπουμε να συντίθεται μια πολύ επίφοβη εικόνα. Όλη η περιοχή, ανατολικά της Τουρκίας, η Μέση Ανατολή, η Ανατολική Μεσόγειος και η Μαύρη Θάλασσα βρίσκονται σε αναβρασμό για διαφορετικούς λόγους, αλλά με την Τουρκία σχεδόν στο γεωγραφικό και εν μέρει γεωστρατηγικό κέντρο της εν λόγω περιοχής.
Δεδομένης της εσωτερικής αναταραχής στην Τουρκία, της συμβατότητας με την Τουρκική πραγματικότητα των εξεγέρσεων στις χώρες του Μαγκρέμπ και τις πιθανότατες έξωθεν προσπάθειες αποβολής του Ερντογάν από την εξουσία, είναι πάρα πολύ πιθανό να δούμε την γνωστή τάση για «εξαγωγή» των όποιων εσωτερικών κρίσεων προς την Ελλάδα, με την ελπίδα από πλευράς Άγκυρας για μια ακόμα εύκολη διπλωματική, και όχι μόνο, νίκη εντυπωσιασμού. Ενδείξεις τέτοιων προθέσεων έχουν ήδη εντοπισθεί τους τελευταίους λίγους μήνες από τα επιτελεία και τους -εργατικούς μεν παραγκωνισμένους δε- διπλωμάτες μας…
Η οικονομική κρίση που μαστίζει την Ελλάδα και μια -ελπίζουμε- κατάρρευση των εγκληματικών συνομιλιών στην Κύπρο, που θα αφήσει όμως ανοιχτό για τον Κυπριακό Ελληνισμό το θέμα εκμετάλλευσης των κοιτασμάτων που έχουν βρεθεί, θέτουν επικίνδυνες βάσεις για εξελίξεις στην περιοχή μας. Η Τουρκία κάποια στιγμή θα θελήσει να κεφαλαιοποιήσει τις επί τόσα χρόνια επίπονες και πείσμωνες προσπάθειες σε διπλωματικό και στρατιωτικό επίπεδο. Όλο το lobbying που κατηύθυνε πολλές δεκάδες εκατομμύρια σε εταιρίες-κολοσσούς δημοσίων σχέσεων, τα τόσες δεκάδες δισεκατομμύρια σε όλων των ειδών τους εξοπλισμούς, οι χιλιάδες των παραβάσεων και παραβιάσεων στο Αιγαίο, δεν μπορεί να έχουν γίνει χωρίς λόγο ή πολύ περισσότερο χωρίς ένα ορατό τελικό αντικειμενικό χρονικό ορίζοντα, ακόμα κι όταν μιλάμε για τους υπερ-υπομονετικούς Ασιάτες γείτονές μας.
Άλλωστε και το χρονικό περιθώριο στο οποίο θα είναι εμπορικά εκμεταλλεύσιμα τα όποια κοιτάσματα υδρογονανθράκων είναι πεπερασμένο, δεδομένης της βαθμιαίας, αργής αλλά σταθερής και μη αναστρέψιμης αναγκαστικής αντικατάστασης του φυσικού αερίου και του πετρελαίου από άλλες μορφές ενέργειας. Κάποια στιγμή στο ορατό μέλλον οι πιέσεις από τις μεγάλες Δυνάμεις για εύρεση τελικής λύσης για το καθεστώς στο Αιγαίο και για έναρξη εκμετάλλευσης των όποιων κοιτασμάτων θα είναι δύσκολο να αγνοηθούν. Άρα ο χρόνος δεν είναι άπειρος στο Αιγαίο… Δεν υπάρχει, λοιπόν, περίπτωση να δεχθούν οι γείτονες να διαιωνίζεται εις το διηνεκές αυτή η κατάσταση, ούτε και να δεχθούν μια ήττα «στα χαρτιά», πολύ περισσότερο μάλιστα όταν έχουν -καλώς ή κακώς- την εντύπωση ότι μπορούν να επιτύχουν μια νίκη σε πόλεμο.
Πλέον, έχουν επενδύσει τόσα πολλά στις επιδιώξεις τους σε Αιγαίο και Κύπρο που αν μη τι άλλο, θα δοκιμάσουν όλα τα διαθέσιμα μέσα που έχουν για την επίτευξη των στόχων τους. Δεδομένου ότι από την δική μας πλευρά έχουμε την πρόθεση και την ελάχιστη ευφυΐα να φτάσουμε μέχρι εκεί που μας επιβάλλουν οι δικές μας θυσίες, τα συμφέροντα και η Ιστορία μας, δηλαδή ΜΕΧΡΙ ΤΕΛΟΥΣ, οφείλουμε να θέσουμε το σωστό ερώτημα. Και το ερώτημα που προκύπτει δεν είναι εάν θα προσπαθήσει να κάνει πράξη η Τουρκία τις απειλές της, αλλά το πότε!
ΠΗΓΗ: http://defencenews.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου